O Θοδωρής Ρουσόπουλος γεννήθηκε το 1983 στην Αθήνα.
Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (2017-2023).

Το έργο μου
Το εικαστικό μου έργο έχει να κάνει με τη ζωγραφική και τη γλυπτική εγκατάσταση στον χώρο.
Η ζωγραφική, σε μικρές και μεγάλες διαστάσεις τελάρων, έχει ως βασικό υλικό το λάδι, ενώ παράλληλα χρησιμοποιώ, σε πολύ μικρότερη έκταση, μαρκαδόρους, μολύβια, στιλό, κυρίως για τη σχεδιαστική ενίσχυση και την τονικότητα των λεπτομερειών. Η γλυπτική εγκατάσταση, σε μικρές και μεγάλες διαστάσεις, διαμορφώνεται από ξύλινα πηχάκια και σανίδες κόντρα πλακέ, ζωγραφισμένα με ακρυλικά χρώματα, καθώς και με την προσθήκη άλλων υλικών όπως μέταλλο, έντονα χρωματισμένα πανιά, ποικίλα αντικείμενα (ready-mades) και τελάρα τα οποία στο σύνολό τους συνιστούν προέκταση και προβολή της ζωγραφικής μου στον τρισδιάστατο πραγματικό χώρο.
Ξεκινάω κατά κανόνα με έμφαση στο σχέδιο, με μια στέρεη σχεδιαστική σκαλωσιά, και ακολουθεί το χρώμα με ταυτόχρονα ζωγραφισμένα και αζωγράφιστα μέρη σε μια αρμονική συνδιαλλαγή μεταξύ τους. Έντονες πλακάτες επιφάνειες σε αντιθετική χρωματική σχέση προσπαθώ να τις ισορροπήσω με επιφάνειες φτιαγμένες από δυναμικές χειρονομιακές πινελιές, γιατί δεν είναι τόσο η φαινομενική σύγκρουση που με ενδιαφέρει όσο η υποβολή μιας εσωτερικής συνύπαρξης και ισορροπίας.
Κοινός τεχνοτροπικός παρονομαστής στο σύνολο της δουλειάς μου είναι η αφαίρεση: ταυτόχρονα γεωμετρική (γεωμετρικό σχέδιο και πλακάτο χρώμα) και λυρική (χειρονομιακή δυναμική πινελιά).
Το πλεονέκτημα της αφαίρεσης στη δουλειά μου συνίσταται κυρίως στη δυνατότητα συνδιαλλαγής του ορατού με το αόρατο, τη δυνατότητα μορφοποίησης του άμορφου, ενός αόρατου κόσμου εννοιών. Μέσω αυτής της διαδικασίας αναδύεται τελικά η εικόνα ενός κόσμου με τη μορφή αντιθετικών ζευγών, με κυρίαρχο αυτό της τάξης και της αταξίας. Σε αυτό το αποτέλεσμα οδηγήθηκα ενστικτωδώς μέσω γεωμετρικού σχεδίου και πλακάτης χρωματικής επιφάνειας από τη μια, και από την άλλη μέσω χειρονομιακής πινελιάς στη χρωματική επιφάνεια. Από τη μια ο λόγος και από την άλλη το ψυχοσωματικό· η διάνοια και το συναίσθημα· το αντικειμενικό και το υποκειμενικό. Στο σημείο αυτό συνάντησα τον Καντίνσκι που ήθελε το έργο τέχνης να είναι το σημείο συνάντησης μιας αντικειμενικότητας με μια υποκειμενικότητα.
Οδηγήθηκα έτσι στον συνδυασμό ποικίλων μορφών, σχεδιαστικών και χρωματικών, και μπόρεσα να αποδεσμευθώ από την αυστηρότητα μιας θεσμικής λογικής τάξης, προς όφελος μιας περισσότερο χαοτικής λογικής με τους δικούς της φαινομενικά ακατανόητους κανόνες και όχι αυτούς της γνωστής ευκλείδειας γεωμετρίας. Κατά συνέπεια, κάθε φορά που τελείωνα ένα έργο, παρόλο που δεν μπορούσα να περιγράψω με ακρίβεια τι συνέβαινε μπροστά μου και μέσα μου, εντούτοις ένιωθα βαθιά ότι το συμβάν-έργο «Είναι» και υπάρχει, έχοντας όμως ταυτόχρονα μια δόση αμφιβολίας και ανασφάλειας που για μένα προσωπικά βρίσκεται στη βάση της κινητήριας δύναμης και με ωθεί να συνεχίζω…!